τετραοιδιος

τετραοιδιος
    τετραοίδιος
    τετρ-αοίδιος
    2
    четырехнотный
    

(ὅ κιθαρῳδίας νόμος Plut.)


Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Смотреть что такое "τετραοιδιος" в других словарях:

  • τετραοίδιος — of four notes masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τετραοίδιος — ον, Α (ως ονομασία νόμου τού Τερπάνδρου) ο σύνθετος από τέσσερεις ρυθμούς, αυτός που έχει μελωδία τεσσάρων ειδών. [ΕΤΥΜΟΛ. < τετρ(α) * + ἀοιδή «ωδή, τραγούδι» + κατάλ. ιος] …   Dictionary of Greek

  • τετραοίδιον — τετραοίδιος of four notes masc/fem acc sg τετραοίδιος of four notes neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τετρ(α)- — ΝΜΑ, και βοιωτ. τ. πετρα και θεσσαλ. τ. πετρο , Α α συνθετικό πολλών λέξεων όλων τών περιόδων τής Ελληνικής, το οποίο ανάγεται στο αριθμητικό τέσσερεις (για τη μορφή βλ. λ. τέσσερεις) και σημαίνει ότι αυτό που δηλώνει το β συνθετικό είναι,… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»